υπτιότης

υπτιότης
-ητος, ἡ, ΜΑ [ὕπτιος]
η ύπτια θέση
μσν.
(για ύφος) μονοτονία, ψυχρότητα, έλλειψη ζωηρότητας
αρχ.
1. (για τόπο) ομαλότητα
2. έπαρση, κομπασμός.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ὑπτιότης — supine position fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπτιότητα — ὑπτιότης supine position fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπτιότητας — ὑπτιότης supine position fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπτιότητος — ὑπτιότης supine position fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”